Αποδοχή του εαυτού και δημόσιος λόγος

Πώς η αποδοχή του εαυτού μας μπορεί να μας κάνει καλύτερους δημόσιους ομιλητές.

Είμαστε έτοιμοι να δώσουμε μια ομιλία, μια διάλεξη, ή να κάνουμε μια παρουσίαση. Πλησιάζει η ώρα, σε λίγα λεπτά θα ανέβουμε στο βήμα και θα πάρουμε τον λόγο. Οι καρδιακοί χτύποι αυξάνονται, τα χέρια μας ιδρώνουν και αισθανόμαστε άγχος, φόβο, ίσως και πανικό. Ανεβαίνουμε στο βήμα, τα φώτα πέφτουν πάνω μας και παίρνουμε τον λόγο. Ξαφνικά από υποκείμενα που παρατηρούσαν τόση ώρα τον χώρο και τους προηγούμενους ομιλητές, γινόμαστε υποκείμενα που παρατηρούνται. Νιώθουμε ότι κρινόμαστε, ο λαιμός μας ξεραίνεται, αρθρώνουμε τις πρώτες λέξεις. Ενώ έχουμε προετοιμαστεί εξαιρετικά, η απόδοση μας επηρεάζεται από το άγχος της έκθεσης. Δεν αναγνωρίσουμε την φωνή μας, νιώθουμε το σώμα μας σφιγμένο, δεν αισθανόμαστε ο εαυτός μας. Ανυπομονούμε να τελειώσουμε και να πάρουμε ξανά τη θέση του παρατηρητή στην καρέκλα.

Αν κάτι από αυτήν την περιγραφή ακούγεται οικείο, ίσως θα είχε ενδιαφέρον να αναρωτηθούμε τι θα μπορούσε να μας βοηθήσει να μετατρέψουμε την ώρα του δημόσιου λόγου από καθεστώς ταλαιπωρίας, σε ευκαιρία απόλαυσης.

Χρόνος ανάγνωσης 5’ | Image by unsplash.com

Το κλειδί της αποδοχής

Ένα από τα πολλά κλειδιά σε αυτήν την διερώτηση βρίσκεται σε μία λέξη: αποδοχή. Όταν προετοιμαζόμαστε για μια ομιλία ή μια παρουσίαση συνήθως αφιερώνουμε όλον τον χρόνο της προεργασίας μας στην δομή του λόγου μας, τις λέξεις που θα χρησιμοποιήσουμε και την χρήση των βοηθητικών μας εργαλείων (PowerPoint, γραφικά, διαγράμματα). Αυτό που συνήθως ξεχνάμε είναι ότι, το αν θα είμαστε επιδραστικοί ομιλητές δεν εξαρτάται μόνο από τις λέξεις. Εξαρτάται σε τεράστιο βαθμό από το εύρος αποδοχής του εαυτού μας, από το πόσο επιτρέπουμε στον γνήσιο και ατόφιο χαρακτήρα μας να φωτιστεί όταν παίρνουμε τον λόγο. Ο Αριστοτέλης στην Ρητορική του το αναφέρει με σαφήνεια: το πιο αποτελεσματικό μέσο πειθούς είναι ο χαρακτήρας.


Αποδοχή του εαυτού

Είχε επικρατήσει για πολλά χρόνια η αντίληψη ότι οι δημόσιοι ομιλητές οφείλουν να είναι άκαμπτοι, με το στέρνο προτεταμένο, σκληροί και παγωμένοι. Είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο όταν μας δίνεται η ευκαιρία του δημόσιου λόγου, να ξεχνάμε να είμαστε ο εαυτός μας και να προσπαθούμε να μιμηθούμε τέτοια στρεβλά πρότυπα. Χάνουμε με αυτόν τον τρόπο την φυσικότητα μας αλλά και την δυνατότητα να αφήσουμε τον εαυτό μας να ανταποκριθεί στην πρόκληση της δημόσιας έκθεσης.

Ευτυχώς τα πράγματα έχουν αλλάξει. Μια γρήγορη ματιά να ρίξει κανείς σε πλατφόρμες δημόσιου λόγου, θα δει εξαιρετικούς ομιλητές να αποδέχονται πλήρως αυτό που είναι, να αγκαλιάζουν το σώμα και τη φωνή τους, να προβάλουν τον χαρακτήρα τους, τα ελαττώματα τους , αλλά και την ανώτερη εκδοχή του εαυτού τους. Είναι γεγονός πως όταν αναζητήσουμε και βρούμε ποιοι πραγματικά είμαστε, όταν μάς αποδεχτούμε όπως ακριβώς είμαστε, τότε και οι άλλοι που μας ακούν, μάς δέχονται με μεγαλύτερη εγκαρδιότητα. Η αποδοχή μάς επιτρέπει να χαλαρώσουμε, να είμαστε παρόντες και συνειδητοί σε κάθε στιγμή της ζωής με όλες τις ατέλειες ή τις αγωνίες της.


Η αποδοχή του αγχωμένου εαυτού

Το φάσμα της αποδοχής περιλαμβάνει και όλα εκείνα τα μέρη του εαυτού μας που συνήθως σαμποτάρουν την δημόσια ομιλία μας. Παρατηρείται πολύ συχνά, όταν είμαστε αγχωμένοι λίγο πριν πάρουμε τον λόγο, να το αρνούμαστε, να κάνουμε πώς δεν συμβαίνει και να λέμε με επιμονή στον εαυτό μας ότι όλα θα πάνε καλά. Εκείνη την στιγμή χάνουμε μια πολύτιμη ευκαιρία. Να αναγνωρίσουμε με ειλικρίνεια αυτό που νιώθουμε και να πιάσουμε τίμιο διάλογο με τον εαυτό μας. Το αγχωμένο μέρος του εαυτού ζητά και αυτό αναγνώριση, και αν τού επιτρέψουμε να υπάρξει, το πιο πιθανό είναι να μας αφήσει ήσυχους να κάνουμε την δουλειά μας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Αν κάνουμε σα να μην υπάρχει, τότε είναι πολύ πιθανό όταν ανέβουμε στο βήμα, να κάνει αυτό κουμάντο προκαλώντας τις γνωστές παρενέργειες: φόβο, τρεμάμενη φωνή, ρηχή ανάσα, ιδρώτα, τρέμουλο στο σώμα, τάση φυγής.

Όταν υιοθετούμε καθολική αποδοχή για ό,τι μας συμβαίνει, τότε ενεργοποιούμε μια χρυσή εξίσωση του δημόσιου λόγου: αν ακούω τον εαυτό μου, τότε ακούω και το ακροατήριο μου. Κι αν ακούω το ακροατήριο μου, τότε και αυτό με ακούει.


Λίγο πριν ανέβω στο βήμα

Η εμπειρία μου στο θέατρο μού μαρτυρά πως όσο περισσότερο ανέπτυσσα τον βαθμό αποδοχής μου, τόσο περισσότερο απενεργοποιούνταν ο μηχανισμός αυτοκριτικής μου. Δεν ήταν λίγες οι φορές που λίγο πριν βγω στη σκηνή ένα σμήνος εσωτερικών φωνών με κατέκλυζε. Είμαι αρκετά καλός; Θα τους αρέσει αυτό που θα παρουσιάσω; Είμαι αρκετά καλά προετοιμασμένος; Θα ανταποκριθώ στις απαιτήσεις του ρόλου, του έργου, της παράστασης; Πώς ακούγεται η φωνή μου; Είμαι αρκετά χαλαρός; Θα καταφέρω να απολαύσω την παρουσία μου πάνω στη σκηνή;

Όσο αναγνωρίζουμε τέτοιες φωνές και τους δίνουμε χώρο να ακουστούν, τόσο αυξάνουμε τις πιθανότητες να χάσουν την δύναμή τους. Αρκεί να δώσουμε χώρο να ακουστούν και οι φωνές που μας κινητοποιούν και δίνουν νόημα και υπόσταση σε αυτό που έχουμε να κάνουμε. Εσωτερικές παραδοχές που μπορούν να προτείνουν πως είτε είμαι ο καλύτερος είτε όχι, είμαι τώρα εδώ, είμαι αυτός που είμαι, φοβάμαι όπως και ο καθένας στη θέση μου, ωστόσο θα κάνω το καλύτερο που μπορώ για να περάσω το μήνυμά μου, και να πω κάτι ενδιαφέρον και αξιομνημόνευτο για το καλό αυτών που ήρθαν να με ακούσουν.

Αν παραδεχτούμε εσωτερικά όλες μας τις ανεπάρκειες και τις δυσαρμονίες, αν ομολογήσουμε στον εαυτό μας την ντροπή, την ευαλωτότητα, την αδεξιότητα, την αμηχανία και την αβεβαιότητα, τότε ανοίγουμε την ατομική μας έκφραση σε ουσιαστικές προοπτικές δύναμης και αυθεντικότητας. Και το κυριότερο, επιτρέπουμε στον εαυτό μας να απολαύσει όλο το εύρος της προσωπικότητας μας, ενθαρρύνοντας με αυτόν τον τρόπο και τους άλλους να κάνουν το ίδιο.

Βιβλιογραφία:

Αριστοτέλης, Ρητορική, εκδόσεις Ζήτρος, 2006Parker Michael, It’s not what you say, it’s the way you say it, Vermilion, 2014Dale Carnegie, Public Speaking for success, TarcherPerigee, 2006Αν Μπόγκαρτ, Ένας σκηνοθέτης προετοιμάζεται, εκδόσεις Ηριδανός, 2009Elia Kazan, A life, Da Capo Press, 1997Δαλαί Λάμα, Ντεσμοντ Τουτού, Douglas Abrams, Το βιβλίο της χαράς, εκδόσεις Πεδίο, 2018